- πυριμιδίνη
- η, Ν(βιοχ.-φαρμ.) οργανική ένωση τής ετεροκυκλικής σειράς, κοινή ονομασία τής μεταδιαζίνης, που χαρακτηρίζεται από δακτύλιο με 4 άτομα άνθρακα και 2 αζώτου σε εναλλακτικές θέσεις, δακτύλιο ο οποίος απαντά στη βιταμίνη B1, σε αρκετά φάρμακα και στα νουκλεϊκά οξέα.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. pyrimidine, άλλος τ. του pyridine (βλ. πυριδίνη)].
Dictionary of Greek. 2013.